Θα έπρεπε να γίνω
ακοντιστής. Να κάθομαι τώρα και να καμαρώνω τα κύπελλα και τα μετάλλια στο ράφι
απέναντί μου, αντί τη σαβούρα των μπιμπελό που το έχω φορτώσει. Να μου θυμίζει
το κάθε τρόπαιο την ιστορία του, να με ταξιδεύει νοερά στους στίβους του
Πλανήτη, στα βάθρα του νικητή, στις επευφημίες του πλήθους.
Να μην παραλείψω
εκτός την προσωπική μου ικανοποίηση, και τη συγκίνηση που θα προσέφερα στο
έθνος, τυλιγμένος στη γαλανόλευκη, με τον εθνικό μας ύμνο να παιανίζει.
Ναι ρε γαμώτο, θα
έπρεπε να γίνω ακοντιστής. Βολεϊμπολίστας πάντως, όχι.
Το μεγάλο ταλέντο
μου το ανακάλυψα νωρίς στο Γυμνάσιο, όταν ο κύριος Φατσέας ο γυμναστής, μας μάθαινε
τη ρίψη του ακοντίου. Εγώ δεν συμμετείχα, γιατί ήμουν ένα μαλθακό χτικιάρικο,
αλλά παρακολουθούσα από το παραθυράκι των καμπινέδων που είχα κρυφτεί για να
κάνω τσιγάρο.
Όταν το μάθημα
τέλειωσε και έφυγε ο καθηγητής, πλησίασα και περιεργάστηκα με ενδιαφέρον το
μαραφέτι. Μου άρεσε πως ζυγίστηκε στο χέρι μου, η αίσθηση οικειότητας απέναντί
του, λες και η ατσάλινη αιχμή του ξαναζωντάνεψε στο DNA μου, τον ατρόμητο αρχαίο
Έλληνα πολεμιστή.
Δεν αντιστάθηκα
στον πειρασμό για μια εκτός ανταγωνισμού προσωπική βολή. Παραβλέποντας τους
συμμαθητές μου που έπαιζαν στο χώρο αμέριμνοι, πήρα φόρα και το εκτόξευσα.
Απίθανη βολή! Ούτε
ο κύριος Φατσέας όταν μας έδειχνε, δεν το είχε φτάσει μέχρι την μάντρα του
γυμναστήριου. Εγώ την υπερπήδησα, και το ακόντιό μου ταλαντεύοντας υπερήφανα
την ουρά του, χάθηκε από τα μάτια μου και βγήκε στο δρόμο. Ακολούθησε ένας
ξερός απαισιόδοξος ήχος, και μετά θανατική σιγή. Ένθεν και ένθεν!
Το σοκ ήταν μεγάλο
και οι υποψίες εφιαλτικές. Και αν το έφαγε κανένας φουκαράς στο δοξαπατρί; Όχι
ρε πούστη μου, φονιάς στα 15;
Εγώ δεν τόλμησα να
κουνηθώ από τη θέση μου. Μερικοί συμμαθητές μου βρήκαν το θάρρος και έτρεξαν
στο δρόμο να το μαζέψουν.
Ευτυχώς δεν έγινε
κανένα κακό. Το βρήκαν καρφωμένο στην οροφή ενός παρκαρισμένου αυτοκίνητου. Το
ξεσφήνωσαν με δυσκολία όπως μου είπαν μετά τις μούντζες, και πατίκωσαν στην
τρύπα κάτι φύλα για να μην το πάρει αμέσως χαμπάρι ο ιδιοκτήτης του.
Αν κρατήσουμε μόνο τα
θετικά, είχα σπάσει ρεκόρ. Δεν το συνέχισα όμως μετά το συμβάν.
Γι αυτό λέω πως
έπρεπε να γίνω ακοντιστής. Βολεϊμπολίστας πάντως, όχι.
Γιατί είχαμε και
τους Σχολικούς Αγώνες αυτή την εποχή, και η ομάδα μας έπαιζε τελικό στο βόλεϊ
με το Γυμνάσιο του Γκύζη.
Δεν συμμετείχα
φυσικά, ούτε που ήξερα πως υπάρχει αυτό το πρωτάθλημα. Ήμουν παντελώς άσχετος
με τις σχολικές δραστηριότητες, απορροφημένος ψυχή και σώμα με τη μουσική.
Δυστυχώς μια ίωση
της τελευταίας στιγμής έριξε τη μισή ομάδα στο κρεβάτι. Ούτε πεντάδα δε
συμπληρώναμε, όπως με ενημέρωσε επίσημα ο κύριος Φατσέας:
- Ετοιμάσου, αύριο
παίζεις!
- Πως παίζεται ρε
παιδιά αυτό το παιχνίδι; Θα μου πει κανείς τι πρέπει να κάνω; Ρωτούσα και ξαναρωτούσα
εναγωνίως τους συμπαίκτες μου στα αποδυτήρια του Πανελλήνιου.
- Άμα μπεις, θα
δεις! Μου απαντούσαν απαξιωτικά, και συνέχιζαν να μιλάνε μεταξύ τους σε μια
άγνωστη για μένα βολειμπολίστικη διάλεκτο. Ήταν τόσο σίγουροι πως δεν θα παίξω,
ώστε δεν μου έδιναν καμία σημασία. Δεν είχαν κι άδικο, εδώ που τα λέμε. Ούτε αισθητικά
δεν κόλλαγα με την ομάδα. Με την φαρδιά ξεπλυμένη στολή που μου φόρεσαν, έτσι όπως
ήμουν σαν σκελετός, ταίριαζα περισσότερο για την εθνική των ζόμπι!
Για να πω την
αλήθεια δεν περίμενα να τα πάω χειρότερα απ όσο φοβόμουν, ούτε φανταζόμουν πως
υπάρχει υπερθετικός του χειρότερα! Ειδικά στη φάση που σημάδεψε τον αγώνα:
Βρισκόμουν μπροστά
στο φιλέ, απέναντι σε ένα ντερέκι Γκυζιώτη, με τη μπάλα να έρχεται από ψηλά
ανάμεσά μας.
Πηδήξαμε ταυτόχρονα
με υψωμένα χέρια, εγώ για να την καρφώσω και ο άλλος για να με μπλοκάρει. Ή το
αντίθετο. Συγκρουστήκαμε στήθος με στήθος στον αέρα και πέσαμε με την πλάτη σα
σακιά, εν μέσω πανδαιμόνιου. Εγώ ανασηκώθηκα αμέσως. Ο άλλος παρέμεινε τέζα.
Όπως κατάλαβα μισοζαλισμένος, αυτός βρήκε τη
μπάλα και μας έβαλε πόντο, κι εγώ τη μούρη του, και του έβγαλα τα μπροστινά
δόντια. Δεν έφταιγα, ήταν η κακιά στιγμή. Μέχρι εκεί έφτασε το χέρι μου. Στο
κάτω-κάτω, ας μη μου έριχνε δυο κεφάλια.
Ακολούθησαν αποδοκιμασίες, η αποβολή μου, η διακοπή του αγώνα και η τιμωρία
της ομάδας, τάχα πως με βάλανε επίτηδες να εξουδετερώσω τον καλύτερό τους παίχτη. Και
δεν πίστεψαν εμένα τον λαλίστατο, αλλά το φαφούτη. Μεγάλη αδικία, αλλά είχαμε
χούντα τότε!
Έκανα μια βδομάδα να επιστρέψω στο Σχολείο, και κάμποσα χρόνια για να
περάσω από του Γκύζη.
Τώρα τι θέλω και τα
ξαναθυμάμαι όλα αυτά; Περασμένα ξεχασμένα! Μια χαρά στολίζει το ράφι μου το τρίποδο
πλαστικό ελεφαντάκι που μάζεψα το καλοκαίρι από την πλαζ…