2. Απόπειρα δολοφονίας
Η φωνή της μητέρας στο τηλέφωνο, ίσα
που ακουγόταν μέσα από τα κλάματα και τα αναφιλητά της:
- Αγόρι μου, πυροβόλησαν τον αδελφό
σου!
- Τον Τζιμάκο; Ρώτησα σα βλάκας αφού
ήξερα εκ των προτέρων την απάντηση.
- Τον Τζιμάκο, ποιόν άλλον, αφού αυτόν
έχουν βάλει στο μάτι τα καθάρματα! Ούρλιαξε από την άλλη άκρη.
- Και που τον έχουν τώρα;
- Στον Ευαγγελισμό! Τρέξε! Το χάνουμε
το παλικάρι!
Έτρεξα στον Ευαγγελισμό. Στα εξωτερικά
ιατρεία γινόταν το αδιαχώρητο. Κανείς δεν μπορούσε να με εξυπηρετήσει, κανένα
δεν εύρισκα να ρωτήσω.
Ξαφνικά εμφανίζεται στο διάδρομο ένας χειρούργος
με τη χαρακτηριστική πράσινη στολή και τα ξυλοπάπουτσα. Έτρωγε ένα ραβανί και
τα σιρόπια έτρεχαν πάνω στη ματωμένη μπλούζα του. Φρίκη!
- Γιατρέ, τον ρωτάω με αγωνία, υπάρχει
κανένας πυροβολημένος εδώ;
- Μόνο ένας; Εδώ είμαστε γεμάτοι
πυροβολημένους! Μου απαντάει χαμογελαστός.
- Έγινε κανένα μακελειό; Τον ρωτάω
τρομαγμένος.
- Όχι. Πυροβολημένους εννοώ με τη
φιλοσοφική έννοια!
- Γιατρέ με όλο το θάρρος, αλλά αν
ήθελα γιατρό-φιλόσοφο, θα πήγαινα κατευθείαν στον Ανεβλαβή. Εδώ ψάχνω τον
αδελφό μου τον πυροβολημένο. Τον Τζιμάκο ...
- Τον Τζιμάκο ψάχνεις; Με διέκοψε. Πες
το ρε παιδί μου! Εδώ τον έχουμε. Πελάτης μας είναι χρόνια!
- Είναι καλά; Ζει;
- Μια χαρά είναι, μην ανησυχείς.
Κάποιος τον πυροβόλησε στο κεφάλι, αλλά η σφαίρα ίσα που του έξυσε το αυτί. Στη
συνέχεια εξοστρακίστηκε τρεις φορές, για να καταλήξει στο κεφάλι του εκτελεστή!
Εδώ τον έχουμε και αυτόν: Ρώσος μαφιόζος ήταν!
- Και ο αδελφός μου είναι καλά δηλαδή;
- Καλά είναι, αλλά δυστυχώς....
- Τι δυστυχώς, γιατρέ μου πες τα όλα,
μη μου κρύβεις τίποτα!
- Δυστυχώς απεργούν οι δημοσιογράφοι
και τη χάνω τη συνέντευξη!
Βρήκα τον αδελφό μου στο γραφείο του
διευθυντή, να χαριεντίζεται με δύο εκπαιδευόμενες αδελφές, χουφτώνοντας τις
άγαρμπα, μέσα σε χάχανα και σεξουαλικά επιφωνήματα. Στο αφτί του είχε ένα
μικροσκοπικό τσιρότο, ίσα που φαινόταν.
- Ρε καλώς το μεγάλο είπε γελώντας
μόλις με είδε. Έλα να σου γνωρίσω τη Ρούλα και την Αθανασία. Γαμώ τα κορίτσια!
- Δεν ήρθα εδώ μέσα για να βγάλω
γκόμενα, για να σε δω τούμπανο ήρθα, του πέταξα αγανακτισμένος.
- Τι φταίω εγώ ρε άμα τους περισσεύουν
οι σφαίρες και δεν ξέρουν τι να τις κάνουν; Πάντως άμα θες πεθαμένο, δες τον
δολοφόνο μου, μου απάντησε γελώντας για να πνιγεί στα φιλιά και τις αγκαλιές
της Ρούλας και της Αθανασίας!
- Καλά, και αφού είσαι αθάνατος ρε
μαλάκα, του πέταξα νευριασμένος, γιατί επιμένουν να σε βαράνε;
- Ψάχνουν να βρουν το κουμπί μου
φαίνεται! Πως τον λέγανε αυτόν τον αρχαίο που είχε το κουμπί του στη φτέρνα;
- Αρχιμήδη! Πετάχτηκε η Ρούλα.
- Μέγα Αλέξαντρο, διόρθωσε η Αθανασία.
- Αχιλλέα, μουρμούρισα θλιμμένα καθώς
έφευγα....