29.7.21

Οικογένεια Καστιλιάνο - "NADIM" μέρος πρώτο

 


- Σοβαρά ρε Τζιμάκο, απέκτησες κότερο;

- Ε, μη σου πάει το μυαλό στη «Χριστίνα» του Ωνάση, ένα σκαφάκι είναι εκεί πέρα, καμιά εικοσαριά μέτρα πάνω κάτω.

- Και το λες σκαφάκι, είκοσι μέτρα θεριό;

- Σου είπα, πάνω κάτω.

- Και ξέρεις να το κουμαντάρεις;

- Μαλάκας είσαι; Έχει καπετάνιο μέσα, μάγειρα, και κανά δυο μούτσους για πλήρωμα. Έτσι δε λέγονται;

- Από ναυτική ορολογία, σκίζεις!

- Τι να την κάνω τη ναυτική ορολογία; Να μάθουν αυτοί τη δικιά μου. Άμα τους λέω να με πάνε Μύκονο, να με πηγαίνουν μια κι όξω. Πως θα βρουν το δρόμο, δικό τους πρόβλημα!

- Μπερδεύεις λίγο τους καπετάνιους με τους ταξιτζήδες, παρατήρησα.

- Κι εσύ αγόρι μου, μπερδεύεις τους κοτεράδες, με τους επιβάτες για Σαλαμίνα-Κούλουρη, παρατήρησα εγώ!

- Και πως μας προέκυψες κοτεράς; Συνέχισα, δίνοντας τόπο στην οργή.

- Ο ιδιοκτήτης του είχε κάτι οικονομικά προβλήματα, χρειαζόταν επειγόντως μετρητά, και το πούλαγε κοψοχρονιά!

- Κι εσύ σαν φιλάνθρωπος έσπευσες να το αρπάξεις μπιρ παρά ε;

- Λες να του ακούμπαγα τις οικονομίες μου για να το παίξω εφοπλιστής; Δεν είσαι καλά!

- Δηλαδή του το έφαγες τσάμπα το πλεούμενο;

- Τι θα πει, του το έφαγα; Τον ξελάσπωσα με κάτι διασυνδέσεις που είχα, κι από ευγνωμοσύνη ο άνθρωπος μου το μεταβίβασε.

- Και με τα έξοδά του πως θα τα βγάλεις πέρα; Υπολόγισες πόσο κοστίζει σκάφος-πλήρωμα το μήνα;

- Τα έχει προπληρώσει για δυο χρόνια. Μετά το σφάζω..

- Τι να πω; Καλοτάξιδο! Του ευχήθηκα, προβληματισμένος με τι είδους διασυνδέσεις αποκτάς ένα εικοσάμετρο κότερο με προπληρωμένα έξοδα!

Αυτός ήταν ο κόσμος του αδελφού μου, και η αιτία που δεν ήθελα να έχω παρτίδες μαζί του. Το τηλεφώνημά του με άγχωσε, γιατί υποψιάστηκα που το πήγαινε, αλλά ευτυχώς μείναμε εκεί.

Όπως διαπίστωσα στο επόμενο τηλεφώνημα, ο Τζιμάκος απλά με ενημέρωσε για να με βάλει στο κλίμα. Την «εκτέλεση» είχε αναλάβει η μάνα μου. Η πλέον ειδική στο τουμπάρισμα!

 

- Μητέρα όχι, και πάλι όχι!

- Μα δε ντρέπεσαι, λέω εγώ, να αρνείσαι μια οικογενειακή κρουαζιέρα;

- Αρνούμαι το οικογενειακό ρεζιλίκι ρε μάνα! Πες μου εσύ, πότε μαζευτήκαμε όλοι μαζί και δε γίναμε ρεντίκολο; Μας φαντάζεσαι σε κρουαζιέρα; Θα γελάνε και οι τσιπούρες μαζί μας!

- Οι τσιπούρες να κοιτάξουν τη δουλειά τους! Ειλικρινά παιδί μου, δεν μπορώ να καταλάβω την απέχθειά σου απέναντί μας. Προφανώς από πίσω κρύβεται η στρίγγλα η γυναίκα σου!

- Να την αφήσεις ήσυχη τη στρίγγλα μου! Αγρίεψα. Δεν έχει ιδέα για τα καπετανιλίκια του Τζιμάκου!

- Σε έχει χώσει όμως στο βρακί της! Αντεπιτέθηκε. Πριν την παντρευτείς, ήσουν αχώριστος με τα αδέλφια σου!

- Δεν την παντρεύτηκα στα οκτώ μου, γιατί μέχρι τότε ήμουν αχώριστος με τα αδέλφια μου. Μετά έκαναν κλίκα εναντίον μου, και μου έστηναν παγίδες. Εγώ δεν ζούσα σε σπίτι, στη ζούγκλα του Βιετνάμ ζούσα!

- Ήσουν ο μεγαλύτερος. Δεν έπρεπε να τα ξεσυνερίζεσαι.

- Ναι ε; Ακόμα και όταν με κρέμασαν ανάποδα στο δέντρο;

- Στο τέλος όμως σε ξεκρέμασαν τα πουλάκια μου.

- Δεν θυμάσαι καλά, οι νοσοκόμοι με ξεκρέμασαν την ώρα που κακάρωνα!

- Και γι αυτά τα παιδικά καμώματα τους κρατάς ακόμα κακία;

- Ποτέ δεν τους κράτησα κακία, απλά τους κρατώ σε απόσταση.

- Ωραία! Εσύ και η λεγάμενη τους κρατάτε σε απόσταση. Η εγγονούλα μου όμως τι σας φταίει; Να μην κάνει μερικά μπανάκια να μαυρίσει λίγο το κορμάκι της; Πόσο θα κρατήσει ακόμα το Καλοκαίρι;

Εδώ η έμπειρη μάνα μου χτύπησε φλέβα. Μπαίναμε στον Αύγουστο και ζήτημα ήταν αν είχαμε κάνει πεντέξι μπάνια στο εξοχικό ενός φίλου στη Λούτσα. Το μυαλό μου πήγε σε καταστρώματα, ηλιοθεραπείες, βουτιές μεσοπέλαγα, φουσκωμένα πανιά, ηλιοβασιλέματα εν πλω, πολλά θέλει ο άνθρωπος;

- Καλά, άσε να το συζητήσουμε πρώτα, και θα σου πω.

- Να πάρετε και ζεστά ρούχα. Το βράδυ κάνει ψύχρα στη θάλασσα..

Ά, ρε αιώνια μάνα!

 

Το ραντεβού ήταν την επόμενη Παρασκευή πρωί στη μαρίνα Ζέας, στην πρύμη του «Nadim» όπως έγραφε καλλιγραφικά το εντυπωσιακό απόκτημα του Τζιμάκου.

Προορισμός μας μια τριήμερη κρουαζιέρα στα νησιά του Σαρωνικού.

Ο Λέο με τη Λία, ήρθαν στολισμένοι σα να πήγαιναν στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ. Δίπλα τους η μάνα μου που το είχε τερματίσει, ίδια η βασίλισσα Ελισάβετ.

Εμείς οι τρεις από την άλλη, με τα σακίδια στην πλάτη, τα σορτσάκια και τα ψαθιά μας, σαν κομπάρσοι απ’ την ταινία «Διακοπές στην Αίγινα» με την Βουγιουκλάκη και τον Κωνσταντάρα.

Βιαζόμουν ν ανέβουμε γρήγορα, για να μη βλέπει ο κόσμος που περπατούσε στην προκυμαία αυτό το συνονθύλευμα. Έπρεπε όμως να περιμένουμε τους δυο «μούτσους» του Τζιμάκου να φορτώσουν το βουνό απ' τις βαλίτσες που ξεφόρτωσαν τα δυο 4Χ4 του Λέο και της μάνας μου.

Τα πράγματα χειροτέρεψαν επικίνδυνα, όταν εμφανίστηκαν στο κατάστρωμα να μας υποδεχτούν, η Λία με μπικίνι κι ο Τζιμάκος με πηλήκιο καπετάνιου, κι ένα πούρο σα δοκάρι στο στόμα.

Σαν αποκορύφωση του κιτς δράματος, τα τρίδυμα ντυμένα πειρατές, τσίριζαν έξαλλα να μην ανεβούμε στο πλοίο τους, κραδαίνοντάς μας από τις κουπαστές, πλαστικές χατζάρες.

Έκαναν τόσο σαματά, που εκτός από τους περαστικούς που μαζεύτηκαν να χαζέψουν, βγήκαν και στα μπαλκόνια απ τις απέναντι πολυκατοικίες.

Έπρεπε να ακούσω τη φωνή της λογικής και να κάνω μεταβολή, αλλά τέτοια ώρα, τέτοια λόγια!

 

Το κατάστρωμα από ξύλο τικ και ανοξείδωτα εξαρτήματα, ήταν το πρώτο που με εντυπωσίασε, όταν επιτέλους ανεβήκαμε. Το ίδιο και το ισχυρό αλουμινένιο κατάρτι με τη μάτσα του πανιού και τα ξάρτια. Ξαπλώστρες τριγύρω με χνουδωτές πετσέτες και μπουρνούζια, σε προδιάθεταν να τεμπελιάσεις κάτω απ' τον ήλιο, ή κάτω από τέντα, ανάλογα τα κέφια.

Ομολογώ πως το «Nadim» ήταν κατά πολύ ανώτερο των προσδοκιών μου. Έμοιαζε ολοκαίνουργιο, κι όπως με διαβεβαίωσε αργότερα ο skipper (όπως αποκαλείται κανονικά ο κυβερνήτης ιστιοφόρου), μόλις είχε ανακαινιστεί.

Το εσωτερικό του επενδυμένο με μαόνι έδινε ρέστα. Πρώτη εντύπωση το ευρύχωρο σαλόνι, με δερμάτινους καναπέδες, ναυτικά έπιπλα, μπρούτζινα διακοσμητικά, δορυφορική τηλεόραση, στερεοφωνικά και κάμποσα ακόμα που δεν έπιασε το μάτι μου.

Ένας κεντρικός διάδρομος οδηγούσε σε 5 άνετες καμπίνες για τους φιλοξενούμενους, με αντίστοιχη πολυτέλεια, κλιματιστικά και ντους. Ήταν όλες τους σχεδόν πανομοιότυπες σε εμφάνιση και ανέσεις, απόδειξη πως δεν χρειάστηκε να παίξουμε μπουνιές όταν τις μοιράζαμε.

Το πλήρωμα εννοείται, κοιμόταν σε ξεχωριστές αθέατες καμπίνες. Μη γίνουμε όλοι ίσοι και όμοιοι!

Γυρνούσα πάνω κάτω, εξερευνώντας το σαν περίεργο παιδί. Μην πω πως ζήλευα κιόλας, να έχει ένα τέτοιο σκαρί, ποιος; Ο Τζιμάκος ο μαυραγορίτης, που το μόνο που ήξερε από θάλασσα, ήταν τα θαλασσοδάνεια.  

Όταν συναντηθήκαμε στο κόπκιτ λίγο πριν αποπλεύσουμε, δεν κρατήθηκα:

- Ρε μαλάκα, τον ρώτησα, είναι πραγματικά δικό σου, ή πας να μας φουντάρεις για να εισπράξεις καμιά ασφάλεια;

Γέλασε με ύφος υπεράνω, κάνοντας το πούρο να χοροπηδήσει στα δόντια του.

- Αγόρι μου, τα μεγάλα καράβια είναι για τις μεγάλες φουρτούνες. Εσύ γιατί ανησυχείς;

Αυτά τα σιβυλλικά υπονοούμενα από τέτοιους τύπους, μου την βαράνε κατευθείαν στο κρανίο. Ήμουν έτοιμος να δώσω μια στο πούρο του να το καταπιεί, αλλά μας πρόλαβε ο skipper, ένας νεαρός άντρας ντυμένος στα λευκά, που η γλώσσα του σώματός του μαρτυρούσε υπερβολική δόση έπαρσης.

- Κύριε Καστιλιάνο, του ανέφερε ψυχρά, ετοίμασα το πρόγραμμα του ταξιδιού. Ελάτε να υπογράψετε το ημερολόγιο πριν αποπλεύσουμε.

- Δεν ήρθα εδώ για να υπογράφω μαλακίες captain, τον ψάρωσε κυριολεκτικά. Σήκωσε λοιπόν την γαμημένη άγκυρα να φύγουμε από δω, γιατί πολύ το κωλοβαρέσαμε!

Ο τύπος τα χρειάστηκε. Μια σταγόνα κρύου ιδρώτα εμφανίστηκε στο μέτωπό του, που ο αδελφούλης μου την μπάνισε αμέσως, κλείνοντάς μου το μάτι.

- Μάλιστα κύριε!

- Είδες; Μου είπε γελώντας με αυταρέσκεια μόλις ο skipper τσακίστηκε να μεταφέρει τις διαταγές του στο πλήρωμα.

- Είδα. Του είπα..

 

Σε λίγα λεπτά ένοιωσα τον ανεπαίσθητο κραδασμό της μηχανής κάτω απ' τα πόδια μου. Είμαστε έτοιμοι για απόπλου. Ανέβηκα γρήγορα στο κατάστρωμα να χαζέψω τη διαδικασία.

Οι δυο ναύτες του πληρώματος ήταν ήδη στην πλώρη, σκυμμένοι στο βίτζι της άγκυρας. Τα σκοινιά της πρύμης ανέλαβε ο μάγειρας, αν κρίνω απ' τον άσπρο σκούφο του στο κεφάλι.

Κάθισα σε μια ξαπλώστρα για να μην ενοχλώ, δίπλα στο Λέο που ροχάλιζε σαν τον θαλάσσιο συνονόματό του. Πριν προλάβω να του χώσω μια αγκωνιά για να το βουλώσει, εμφανίστηκε η Λία από το πουθενά, και θρονιάστηκε ξεδιάντροπα στα στα πόδια μου, δίπλα στον κοιμισμένο άντρα της!

- Είσαι τρελή; Της ψιθύρισα αναστατωμένος. Θες να μας πάρουν όλοι χαμπάρι;

- Με έχεις φτιάξει μωρό μου, απάντησε πρόστυχα, ενώ κωλοτριβώταν πάνω στο πουλί μου.

- Ναι, είσαι εντελώς τρελή, συμπέρανα νευριασμένος και άνοιξα τα πόδια μου για να την ξεφορτωθώ.

Με μια στριγγλιά, έσκασε με τον κώλο στο κατάστρωμα.

Ο Λέο πετάχτηκε απ' τον ύπνο του, και την αντίκρυσε πεσμένη στα πόδια του.

- Τι συμβαίνει Λία; Ρώτησε ξαφνιασμένος.

- Σε ζήλεψα που κοιμόσουν σαν πουλάκι, και ήρθα να ξαπλώσω στα ποδαράκια σου! 

Για τόσο πουτάνα μιλάμε!

 


7 comments:

  1. Χαχαχαχαχαχαχαχα Στέλιο μου εδώ είμαστε καλέ μου φίλε.
    Εξαιρετικό! Με χιούμορ, με πολλές μπηχτές, με ...απρόοπτα, με ...πολλά κρυμμένα υπονοούμενα.
    Είδες φίλε ο Τζιμάκος ο μαυραγορίτης; Εμ έτσι κάνεις ....κότερα πως τα κάνεις ντε; Με το μεροκάματο; Μήτε στη Λούτσα που έλεγε και ο έρμος ο αδελφός.
    Αμ και η Λία; Α μεγάλη μορφή μιλάμε ναι; Για να την δούμε πως θα εξελιχθεί η όλη κατάσταση.

    Στέλιο μου μας χρειάζεται κάτι ανάλαφρο μέρες και καταστάσεις που περνάμε φίλε μου.
    Συνεχίζουμε.
    Την καλησπέρα μου φίλε μου.

    ReplyDelete
    Replies
    1. Στέλιο κάτι ξέχασα! Νομίζω σε είχα ρωτήσει αλλά, ας το κάνω πάλι. Δώσε μου το προφίλ σου στο wattpad φίλε μου για να το έχω και εκεί το έργο, γιατί βλέπω έβαλες ανακοίνωση ότι θα το ανεβάσεις.

      Delete
    2. Καλημέρα φίλε Γιάννη!
      Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Μου δίνουν κουράγιο να συνεχίσω την ιστορία, αν και δεν έχω ιδέα πως να την τελειώσω. Αγαπάω την οικογένεια Καστιλιάνο και όποτε μου τη βαράει, γράφω και μια ιστορία τους για να ξεδώσω. Δεν είμαι πιά στο wattpad, οπότε μη με ψάχνεις εκεί. Θα αφαιρέσω το λιγκ κάποια στιγμή.
      Ελπίζω να απολαμβάνεις το καλοκαίρι, και να ρίχνεις καμιά βουτιά. Εγώ ευτυχώς ζω στη θάλασσα και έχω χάσει στο μέτρημα πόσα μπάνια έχω κάνει μέχρι στιγμής.
      Να είσαι καλά φίλε μου, και να τα λέμε κάπου-κάπου!

      Delete
    3. Στέλιο να ξεκινήσω από τα άσχημα πλην όμως μόνιμα της ζωής μας.
      Θάλασσα δεν έχουμε δει ακόμα μήτε ζωγραφιστή. Εν Αθήναις ζούμε αλλά πολλές καταστάσεις, κύρια οικονομικές, μας στερούν και τα αυτονόητα.
      Για διακοπές έχουμε πάψει να συζητάμε, οι τελευταίες εν έτει 2011. Για μικρές εξόδους, ξέχασέ το, δεν υπάρχει μήτε ευρώ.
      Αντιλαμβάνεσαι ότι κάποιος κόσμος φίλε μου "ζει" πίσω απ' τα παράθυρα.
      Σου εύχομαι να περνάς καλά.
      Εγώ εδώ σταθερός, θα με βρίσκεις πάντα παρόντα.

      Delete
  2. This comment has been removed by the author.

    ReplyDelete
    Replies
    1. Καλημέρα Πίπη και σε ευχαριστώ.
      Πάντα καλοδεχούμενη στα ταξίδια μας! Η διακριτική σου παρουσία θα με βοηθήσει σίγουρα να κατεβάσω ιδέες. Ελπίζω κι εσύ στη δροσιά του Σαρωνικού, να εμπνευστείς ένα καινούργιο θέμα, από αυτά τα ωραία που μας έχεις συνηθίσει.
      Εγώ πάντως θα αφήνω ένα ποτήρι βότκα στην κουπαστή, με την ελπίδα να το βρίσκεις.
      Πολλά φιλιά!

      Delete
  3. Τέλεια η νέα περιπέτεια της ιστορίας Καστιλιάνο, Στέλιο! Καιρό είχες να ανεβάσεις κάτι σχετικό και μου είχαν λείψει. Τέλειο και από άποψη θεματολογίας: κρουαζιέρα μέσα στο καλοκαίρι. Έχω ήδη πάρει τη βαλίτσα μου και έχω επιβιβαστεί κι εγώ στο κότερο. Θα είμαι διακριτική, πάντως, μην ανησυχείς, ούτε που θα το καταλάβεις ότι θα ταξιδεύω κι εγώ μαζί σας.
    Εύχομαι ούριο άνεμο στο ταξίδι και περιμένω με ανυπομονησία τη συνέχεια.
    Πολλά φιλιά

    ReplyDelete

Η γνώμη σας μετράει...