Ποιο ποτό ήταν αυτό; Το πέμπτο; Το
έκτο; Ούτε που θυμόταν πόσα είχε πιεί, ούτε που ήξερε πως είχε έρθει, ούτε που
τον ένοιαζε τι θα γινόταν στη συνέχεια.
Ο χρόνος λες και είχε κολλήσει μέσα σ
αυτό το σκοτεινό, ντουμανιασμένο μπαράκι. Από κάπου ερχόταν η βραχνή φωνή της
Patricia Kaas που προσπαθούσε μάταια να επιβληθεί στο εκκωφαντικό της κόντρα
μπάσο που κυριαρχούσε στο χώρο, σκληρό, μονότονο και δραματικό, σαν τις ζωές
όλων εκεί μέσα…
Δεν την πρόσεξε καν όταν κάθισε στο
διπλανό σκαμπό. Για ποιό λόγο; Το τελευταίο που θα μπορούσε να τον απασχολήσει,
ήταν οι καινούργιες γνωριμίες. Αυτός ήταν αλλού. Μοναχικός ταξιδιώτης μέσα στο
πλήθος. Κοσμοκαλόγερος. Αυτοεξόριστος στον ξύλινο πάγκο, ανάμεσα σε γεμάτα και
άδεια ποτήρια.
Χρειάστηκε να του επαναλάβει για
δεύτερη ή τρίτη φορά τα λόγια που δεν άκουσε ούτως ή άλλως, μόνο και μόνο για
να αποσπάσει την προσοχή του.
Μετά βρέθηκαν να πίνουν παρέα, να
διηγείται ο ένας στον άλλο την ιστορία της ζωής του ταυτόχρονα, στα κενά του
κόντρα μπάσου που δονούσε την ατμόσφαιρα. Τι νόημα άλλωστε θα μπορούσαν να
έχουν οι λέξεις; Τα θολά τους μάτια έλεγαν τα πάντα. Οι ασταθείς, τρεμάμενες
διαδρομές των ποτηριών από τον πάγκο μέχρι το στόμα τους, αντικατόπτριζαν με
απόλυτη ακρίβεια τις προσωπικές τους πορείες στη ζωή.
Συνέχισαν στο σπίτι του, ή στο σπίτι
της. Δεν έχει σημασία σε ποιο. Η άλλη μέρα τους βρήκε μισοντυμένους,
μισόγυμνους σε ένα σχεδόν άθικτο κρεβάτι. Ξύπνησαν αργά με τον ίδιο πονοκέφαλο,
και την ίδια απώλεια μνήμης που τους βασάνιζε ή τους παρηγορούσε τα τελευταία
χρόνια της αλκοολούχου ζωής τους.
Κανείς δεν ρώτησε τον άλλο πως
βρέθηκαν εκεί, αν διασκέδασαν, αν έκαναν έρωτα, αν έζησαν κάτι, αν αισθάνθηκαν
κάτι, αν θα ξανασυναντηθούν ποτέ, τα ονόματά τους έστω για τα προσχήματα.
Ένα τυπικό «τα λέμε» ήταν αρκετό για τον
αποχωρισμό. Κάλυπτε όλα τα κενά της θολής γνωριμίας τους, σύμφωνα με τους
άγραφους κανόνες της αυτοκαταστροφής.
Ένα κεφάλι έγνεψε αδιάφορα «ναι» πάνω στο μαξιλάρι και η πόρτα έκλεισε τρίζοντας ανάμεσά τους.
Ένα κεφάλι έγνεψε αδιάφορα «ναι» πάνω στο μαξιλάρι και η πόρτα έκλεισε τρίζοντας ανάμεσά τους.
Καλημέρα Στέλιο.
ReplyDeleteΠολύ ωραία γραφή, περιγραφή ακριβώς του μοναχικού ανθρώπου που βρίσκει διέξοδο στο αλκοόλ. Τόσο ζωντανή και χωρίς πολυλογία δίνεις εύγλωττα την εικόνα του αλκοολικού, τι νιώθει, πώς πορεύεται.Τι λυπηρό να φτάνουν εκεί οι ζωές των ανθρώπων!!! Και να 'ταν μόνον αυτές οι ζωές....Σε απόλαυσα άλλη μια φορά
Καλό Σεπτέμβη Στέλιο
Καλημέρα Άννα
DeleteΣε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια! Έχεις δίκιο, δεν μιλάμε μόνο για τους αλκοολικούς, αλλά και όλους αυτούς που έχουν παραδοθεί στη ζωή, αγνοώντας πως τους ανήκει.
Καλές βουτιές στη θάλασσα, ή στη ζωή. Το ίδιο κάνει..
Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω συνονόματε φίλε μου πως γίνεται μετά από πολύ ποτό, να συνεχίσεις σε κάποιο σπίτι.
ReplyDeleteΠροσωπικά θα είχα αδυναμία μετακίνησης από την καρέκλα μου και πέρα, πόσο μάλλον να σκεφτώ κάτι περαιτέρω :)
Αν μιλάμε για αλκοολισμό, είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση ακόμη και στην πιο ελαφριά της μορφή με μεγάλα αδιέξοδα.
Καλή Κυριακή :-)))
Έχω ζήσει τέτοιους ανθρώπους και πίστεψέ με λειτουργούν το ίδιο πίνοντας ένα ποτήρι, ή ένα μπουκάλι. Φυσικά έχουν τους δικούς τους κανόνες, παράδειγμα το ζευγάρι στο κείμενό μου. Δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα το ποτό, ούτε το σεξ. Το μεγάλο τους πρόβλημα είναι η μοναξιά, στον πάτο ενός πηγαδιού που έσκαψαν οι ίδιοι.
DeleteΓεια σου συνονόματε, σ ευχαριστώ για το σχόλιο!
Καλησπέρα Στέλιο.
ReplyDeleteΟδοιπορικό σήμερα εδώ, με το θέμα σου, σε καμένες και πλέον άδειες ψυχές. Σε ανθρώπους που έχουν παραδοθεί, άνευ όρων, σε μια οδυνηρή και ίσως ανέκκλητη ήττα. Μια κάθοδος που μία μονάχα αποβίβαση έχει. Πόσοι άνθρωποι βιώνουν τέτοιες καταστάσεις. Και πόση περίσκεψη και αγώνα θέλει να μπει φραγμός σε μια τέτοια επιλογή. Η Ζωή είναι ένα δώρο για να εκχωρείται στο τίποτα.
"Στον πάτο του πηγαδιού που έσκαψαν οι ίδιοι", όπως υπέροχα λες.
Καλό μήνα αγαπητέ φίλε.
Καλό μήνα Γιάννη, το Καλοκαίρι συνεχίζεται.
DeleteΔυστυχώς, άπειροι έχουν παραδοθεί και παραδίδονται σε ένα κόσμο που δεν διάλεξαν οι ίδιοι, ούτε έχουν το κουράγιο να τον αλλάξουν. Τους συμπαθώ αυτούς τους ανθρώπους και τους καταλαβαίνω. Αιτία των πάντων η υπερβολική ευαισθησία. Για άλλους ευλογία, και για άλλους κατάρα.
Τα λέμε φίλε μου..