11.1.19

Ήταν δυό φίλοι...


Μαθητής του Δημοτικού, γνώρισα ένα καινούργιο φίλο στη γειτονιά, συνομήλικο πάνω κάτω, μοναχοπαίδι μιας οικογένειας που ζούσε στη διπλανή πολυκατοικία.
Δεν θυμάμαι το όνομά του ούτε τα χαρακτηριστικά του. Το μόνο που συγκράτησα, ήταν το ταμπελάκι στο κουδούνι της εισόδου: «Γαληνός Γαληνός, 2ος όροφος». Κάτι τέτοια περίεργα, παραμένουν ανεξίτηλα στην παιδική μνήμη.
Είχα τότε ένα κόκκινο αυτοκινητάκι με πετάλια, και παλεύαμε να εξαντλήσουμε τις αντοχές του, στο κατηφορικό πεζοδρόμιο της Λασκάρεως. Δύο εκκολαπτόμενοι ραλίστες σε μια πίστα που μας φαινόταν τεράστια σαν του Λε Μαν, αλλά περισσότερο καταστροφική, αν κρίνουμε απ τη θλιβερή κατάληξη του αγωνιστικού μου.
Ωστόσο, αυτό το διαλυμένο αυτοκινητάκι μας ένωσε περισσότερο στην τελευταία διαδρομή του, που είχαμε την έμπνευση να στριμωχτούμε και δυο απάνω. Σαν από θαύμα γλυτώσαμε τα κεφάλια μας στα κάγκελα που το σφηνώσαμε όταν μας πήρε ανεξέλεγκτα η κατρακύλα. Το κρατήσαμε σαν ιερό μυστικό απ τους γονείς μας, μη μας τις βρέξουν επειδή δε σκοτωθήκαμε!
Μεσολάβησαν και κάτι μακροχρόνιες απεργίες των εκπαιδευτικών, ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα, παίζοντας απ το πρωί μέχρι το βράδυ, άλλοτε στο δρόμο και άλλοτε στο σπίτι του ενός ή του άλλου.
Οι γονείς μου συμπαθούσαν τον καινούργιο μου φίλο γιατί ήταν ένα συνεσταλμένο παιδί με καλούς τρόπους, και τον καλοδεχόντουσαν όταν ερχόταν σπίτι. Το ίδιο κι εμένα οι δικοί του, όταν ανταπέδιδα τις επισκέψεις. Ήταν μια φιλόξενη οικογένεια από τη Μυτιλήνη, που μοιραζόταν τη χαρά του μέχρι πρότινος μοναχικού παιδιού τους, δίπλα στον καινούργιο του φίλο.
Συγκατοικούσαν με τον παππού, όπως συνήθιζαν παλιά οι οικογένειες να προστατεύουν τους γηραιούς γονείς τους. Το φαινόμενο της εγκατάλειψης ήρθε λίγο αργότερα.
Ήταν ένας άνθρωπος λεπτός, ψηλός, με λευκά κατσαρά μαλλιά και φορούσε γυαλιά με χοντρούς φακούς και σκούρο σκελετό. Το μόνο πρόσωπο από το σπίτι που συγκράτησα αμυδρά, γιατί πρώτος με καλωσόριζε, και πάντα μου μιλούσε με μια ειλικρινή ευγένεια, σα να ήμουν κι εγώ μεγάλος.
Μου χάριζε χαρτόδετα βιβλία με αφιέρωση στο εσώφυλλο, που δυστυχώς δεν άνοιξα ποτέ, γιατί είχαν μόνο γράμματα. Ούτε ένα σκιτσάκι που και που όπως ο «Μικρός ήρωας», ούτε χρωματιστές εικόνες σαν τα «Κλασσικά εικονογραφημένα» και τα «Μίκι μάους».

Θα περνούσαν πολλά χρόνια, σε μια άλλη γειτονιά, μέχρι ν αρχίσω να διαβάζω, και ν αγαπήσω το βιβλίο. Ξένα μυθιστορήματα στην αρχή όπως συμβαίνει σε όλους, μέχρι που ανακάλυψα τον Ελληνικό θησαυρό!
Περπάτησα μαγεμένος στα Ρόδινα Ακρογιάλια, και είδα με δέος τον ήλιο να βυθίζεται στον ορίζοντα. Συμπορεύτηκα με τους φτωχούς του παπά Φώτη στα κακοτράχαλα μονοπάτια της Σαρακίναςς. Μέθυσα στα γλέντια του καπετάν Μιχάλη, τσουγκρίζοντας ρακοπότηρα με τον Μπερτόδουλο και το Φουρόγαλο. Μέτρησα τ αστέρια ένα προς ένα, κι όταν μπερδευόμουν, φώναζα τον Μέλιο να με βοηθήσει.
Αμέτρητα ταξίδια, περιπέτειες και ηρωισμοί!
Μέχρι που συνάντησα τη Σμαραγδή, το μεγάλο δισδιάστατο έρωτα της ζωής μου, σε ένα μικρό ασβεστωμένο εκκλησάκι πάνω στη θάλασσα. Την Παναγιά τη Γοργόνα.
Πρώτη φορά συγκλονίστηκα, διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, που δεν ήθελα να τελειώσει. όπως όλα τα ωραία που μας συμβαίνουν. Πως καταφέρνει ο συγγραφέας του αναρωτιόμουν, να μεταφέρει την ψυχή του σ ένα πακέτο λευκό χαρτί, πως μετουσιώνει το δάκρυ και το αίμα του σε μαύρο τυπογραφικό μελάνι;
Κοίταζα ξανά και ξανά τη φωτογραφία του στο οπισθόφυλλο, που κάτι μου θύμιζε, μέχρι να τον αναγνωρίσω!
Είδα κι άλλα πολλά που δεν συνέλαβε ο άψυχος φωτογραφικός φακός. Το πρώτο μας σπίτι στην οδό Λασκάρεως, το στραπατσαρισμένο αυτοκινητάκι μου, το κουδούνι με το παράξενο ονοματεπώνυμο. Μέσα μου ξύπνησαν ήχοι, μυρωδιές και χρώματα, πέρα για πέρα ξεχασμένα, ναρκωμένα στα άδυτα του υποσυνείδητου.
Και κάπου εκεί στο βάθος, θαμπό λες πίσω απ την κουρτίνα του χρόνου, είδα ολοζώντανο τον ανώνυμο εγγονό του να μου κουνάει το χέρι, σα να με καλεί ή να με αποχαιρετάει.
Τον παλιό μου φίλο...

6 comments:

  1. Αγαπητέ φίλε Στέλιο,
    πολύ όμορφο, πολύ δυνατό.
    Έχεις έναν έντονο τρόπο να παράγεις συναισθήματα σε γεωμετρική πρόοδο. Αυτή η άντληση θεμάτων από τα παιδικά μας χρόνια είναι και για μένα μια θάλασσα τρικυμισμένη από βιώματα και συναισθήματα. Με ένα υλικό που μπορεί να δώσει πάρα πολλά.
    Το τέλος σου εδώ με συγκίνησε έντονα. Το εύρημα με τον εγγονό, η παράλληλη σύνδεση με τον παλιό ξεχασμένο φίλο, το αυτοκινητάκι.
    Πόσες αναμνήσεις έρχονται στο φως με τέτοια δύναμη που μοιάζουν με θύελλα πραγματική.
    Να είσαι καλά αγαπητέ φίλε.

    ReplyDelete
    Replies
    1. Γεια σου φίλε Γιάννη
      Σε ευχαριστώ για την πολύτιμη κριτική σου. Οι αναμνήσεις όλων μας είναι πραγματικά ένας θησαυρός, και βγαίνουν αβίαστα όταν αυτές το αποφασίσουν, χωρίς την ανάγκη συντακτικών κανόνων και φιλολογικών μερεμετιών. Έκανα μερικές λεκτικές διορθώσεις προς το τέλος, γιατί κάποιοι δεν ανακαλύπτουν για ποιόν συγγραφέα μιλάω.
      Χάρηκα που τα είπαμε (καινούργιε) μου φίλε!

      Delete
  2. Τι συγκινητικό Στέλιο. Πάντα οι παλιές φιλίες όποιες και αν ήταν συγκινούν στη θύμισή τους.Πραγματικά συγκλονιστικά βιβλία και πώς να περάσουν απαρατήρητα; Τι όμορφα που τους δίνεις τη διάσταση που τους πρέπει!
    Γράφεις όμορφα, χωρίς άχρηστες λεπτομέρειες και μάλιστα μας κάνεις εμάς τους αναγνώστες να νιώθουμε ότι ζήσαμε αυτό που διαβάσαμε. Τόσο απλά τόσο ζωντανά
    Καλησπέρα Στέλιο

    ReplyDelete
    Replies
    1. Καλησπέρα Άννα
      Σ ευχαριστώ! Αμα γράφεις για το παρελθόν αφαιρώντας το φίλτρο της ζωής που μεσολάβησε, βγαίνουν όλα όμορφα και αυθεντικά. Μένει η συγκίνηση, που αφου την ένιωσες, σημαίνει πως κάτι κατάφερα. Χαίρομαι γι αυτό!

      Delete
  3. Οι απείραχτες ,αναλλοίωτες αναμνήσεις των αθώων παιδικών μας χρόνων ακόμη κι όταν πονάνε είναι γενικά σωσμός για την ψυχή μας .

    Το αξιοσημείωτο όμως με Εσένα τον συγγραφέα Στέλιο είναι ,εκτός από την απροσποίητη λιτή αφήγηση που αναδύει τρυφερότητα και συγκίνηση, από την πρώτη φράση εγείρεται σασπένς που κόβει την ανάσα του αναγνώστη μέχρι την τελευτά λέξη σου.

    Τελικά η συνάντηση του παλιού παιδικού σου φίλου μέσα σε ένα λογοτεχνικό βιβλίο του που κατάφερε να σε συναρπάσει ,είναι απ' αυτά που συναντά κανείς στο μεταφυσικό χώρο.... Με συγκίνησες Στέλιο και σε ευχαριστώ .

    ReplyDelete
    Replies
    1. Καλησπέρα Λυγερή
      Δε σου λεω ευχαριστώ εννοείται, ξέρεις όμως τα συνασθήματά μου. Νομιζω πως ενα διηγημα ή οι στίχοι ενός τραγουδιου, κινούνται πάντα σ ένα μεταφυσικό χώρο, ανάλογα με την ερμηνεία του καθενός, και τα συναισθήματα που του δημιουργεί. Αυτό που έγραψα πχ εχει τόσες ερμηνείες απο φίλους που το διάβασαν, αλλά κανείς δεν κατάλαβε το όνομα του πρωταγωνιστή. Καλό ή κακός
      Πολλά φιλιά καλή μου!

      Delete

Η γνώμη σας μετράει...